Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Νίκος Μπελογιάννης

Το κείμενο αυτό είναι αντιγραφή από: αριστερα δρώμενα. Λόγο χρόνου δεν έκανα κάτι δικό μου και επειδή θεωρώ πως η θησία Μπελογιάννη και τα όσα έγιναν είναι πολύ σημαντικάδεν θέλω να περάσει η μέρα χωρίς μιαν αναφορά.

Σαν σήμερα, χαράματα Κυριακής 30 Μάρτη του 1952, ο Νίκος Μπελογιάννης και οι Δημήτρης Μπάτσης, Νίκος Καλούμενος και Ηλίας Αργυριάδης έπεφταν νεκροί από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Το παράγγελμα γι’ αυτήν την πολιτική δολοφονία έδωσε το μετεμφυλιακό καθεστώς της αστικής τάξης στην Ελλάδα, μαζί με τους Αμερικανούς συμμάχους της. Η κυβέρνηση Πλαστήρα, το παλάτι, το στρατιωτικό και παραστρατιωτικό κατεστημένο. Τιμώντας τη μνήμη του ηρωικού κομμουνιστή, 59 χρόνια από την εκτέλεσή του, ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε την περασμένη Κυριακή εκτενές αφιέρωμα στη ζωή και τη δράση του μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ.
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε το 1915 στην Αμαλιάδα, όπου και πέρασε τα μαθητικά του χρόνια ως τη στιγμή που πέρασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μέλος του ΚΚΕ από το 1934, συνελήφθη από τη βασιλομεταξική δικτατορία το Μάη του 1938 και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών και 2 χρόνια εξορία.
Ο πόλεμος του ’40 τον βρήκε στη φυλακή, ενώ ήταν ανάμεσα στους χιλιάδες κομμουνιστές που η κυβέρνηση παρέδωσε στους χιτλερικούς. Κατόρθωσε να αποδράσει το Σεπτέμβρη του 1943 και από τότε μέχρι την απελευθέρωση πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και διατέλεσε Πολιτικός Επίτροπος της ΙΙΙ Μεραρχίας Πελοποννήσου του ΕΛΑΣ.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση συνέγραψε το βιβλίο «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα». Στη διάρκεια της τρίχρονης εποποιίας του Δημοκρατικού Στρατού αγωνίστηκε πρώτα στην Πελοπόννησο και μετά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά το 1948. Το 1950, έχοντας περάσει στις Λαϊκές Δημοκρατίες, εξελέγη μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, επέστρεψε παράνομα στην Ελλάδα, συνελήφθη το Δεκέμβρη του 1950 μαζί με άλλους συντρόφους του και στις 22 Οκτώβρη 1951 οδηγήθηκε σε δίκη ως «υπονομευτής των εθνικών συμφερόντων».
Στις 15 Φλεβάρη 1952, δικάστηκε για δεύτερη φορά ως «κατάσκοπος». Με ένα κόκκινο γαρίφαλο στο χέρι και οπλισμένος με την αξιοπρέπεια του λαϊκού αγωνιστή, μέλους του ΚΚΕ, μετέτρεψε τη δίκη του σε μπούμερανγκ κατά των οργανωτών της και απέδειξε ότι στο «πρόσωπό του δικάζεται η πολιτική του ΚΚΕ». Αγέρωχος διακήρυξε: «Η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του. Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Το 2005, στα αποκαλυπτήρια του μνημείου του Ν. Μπελογιάννη στην Αμαλιάδα, η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, στην ομιλία της, είχε μεταξύ άλλων αναφέρει για τον ήρωα κομμουνιστή: «Ο Μπελογιάννης αντιπροσωπεύει έναν κομμουνιστή αγωνιστή που κάνει έως το τέλος το καθήκον του. Εναν κομμουνιστή που συνδυάζει κατά τον καλύτερο τρόπο, σε δύσκολες μέρες, τον πρακτικό αγωνιστή και τον διανοητή αγωνιστή. Στο ένα χέρι του το όπλο και στο άλλο χέρι του η πένα. Αυτά τα δύο, κατά τη γνώμη μου, συνθέτουν το ολοκόκκινο γαρίφαλο του Νίκου Μπελογιάννη (…)
Μπροστά στο μνημείο του Μπελογιάννη μια κουβέντα μπορούμε να πούμε: Σε σκεπτόμαστε σήμερα ακόμα πιο πολύ, όπως και τους αγωνιστές που τα έδωσαν όλα για το λαό, για την πρόοδο, το σοσιαλισμό. Η θυσία του, η πολυσύνθετη προσωπικότητά του, μας δίνει φτερά, συνεχίζουμε ακούραστοι και απτόητοι. Μελετάμε την πείρα του χτες, δουλεύουμε για να είμαστε ικανοί και αδάμαστοι στα προβλήματα του σήμερα, κοιτώντας το μέλλον που θα ‘ρθει, το μέλλον του σοσιαλισμού, του κομμουνισμού».

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Πως καθοδηγείται η σκέψη

Κάτι εκτός θέματος πριν ξεπεραστεί: Ο Νικόλας Παπαδόπουλος έβκαλεν τζαι τα σχοινιά τζαι τα παλλούτζια.
 Ο δε άλλος που νομίζει ότι είναι πολιτικός, φαίνεται ακόμα εν εκατάλαβεν ότι έχει άλλη δομή η ομοσπονδία και άλλη δομή το ενιαίο κράτος και άλλη δομή η συνομοσπονδία. Τι σημαίνει κ. Γιώργο Κολοκασίδη ότι θέλει ας ονομάζεται η λύση;

Το πάρα κάτω κείμενο είναι από τον Ριζοσπάστη της Κυριακής 27/3/2011
Έτσι πρέπει να εξετάζεται η ιστορία. (σχόλιο δικό μου)
  Το 1821 μέσα από το βιβλίο Ιστορίας της Γ` Λυκείου*
«Την Επανάσταση του 1821 την προκάλεσε η Φιλική Εταιρεία», μας πληροφορεί το βιβλίο (σελ. 16). Την οργάνωσε, ναι. Την προκάλεσε, όχι. Οι επαναστάσεις «προκαλούνται» ως το αποτέλεσμα αντικειμενικών παραγόντων, των κοινωνικοοικονομικών αντιθέσεων που ωριμάζουν στο βαθμό ρήξης
Η χειραγώγηση της συνείδησης μέσω της Ιστορίας είναι μια πολύμορφη και σύνθετη διαδικασία. Περιλαμβάνει τη συνδρομή μιας σειράς μέσων, που δρουν ταυτόχρονα σε πολλαπλά επίπεδα διαμόρφωσής της (Κατώτερη, Μέση και Ανώτερη Εκπαίδευση, Πολιτισμός, ΜΜΕ, κ.ά.). Σε αυτά προστέθηκε πρόσφατα και η απόπειρα του ΣΚΑΪ να αποδώσει με τηλεοπτικούς όρους το 1821. Η εν λόγω σειρά δεν είναι άσχετη με το αντικείμενο του σημερινού μας άρθρου. Κοινός τους παρανομαστής δεν είναι απλά ο κ. Θ. Βερέμης (εκ των βασικών συντελεστών της σειράς και επικεφαλής της ομάδας «κριτών - αξιολογητών» του βιβλίου Ιστορίας της Γ` Λυκείου), αλλά η ουσία της χειραγώγησης της Ιστορίας που επιχειρείται.
Με μια πρώτη ματιά στις «επίμαχες» ενότητες του βιβλίου, αμέσως συνειδητοποιεί κανείς την απουσία των κοινωνικών τάξεων, των κινητήριων δυνάμεων της Ιστορίας, από την ίδια την Ιστορία. Οι κοινωνικοταξικές αντιθέσεις και συγκρούσεις που σημάδεψαν και εν πολλοίς καθόρισαν τις ιστορικές εξελίξεις τη δοσμένη περίοδο (τέλη 18ου - αρχές 19ου αιώνα), τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και γενικότερα, αμβλύνονται έως και αποσιωπούνται εντελώς.
Γεγονότα, πρόσωπα και ιδέες απογυμνώνονται από το κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, την υλική βάση, μέσα από την οποία αναδείχθηκαν και απέκτησαν ιστορικό ρόλο.
Η αλληλουχία των ιστορικών γεγονότων εμφανίζεται λίγο - πολύ ως ένα απλό, ασύνδετο ή ακόμα και τυχαίο άθροισμα ημερομηνιών, προσώπων, τοπωνυμιών και ούτω καθεξής. Λείπουν το υπόβαθρο, οι γενεσιουργές αιτίες, οι βαθύτερες διεργασίες που τα συνδέουν και τους δίνουν περιεχόμενο.

Ενότητες 1 & 2: Το «γενικότερο πλαίσιο»
Το βιβλίο ξεκινά από το 1815, την ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας και τη λεγόμενη «παλινόρθωση» του «παλαιού καθεστώτος». Με άλλα λόγια, εισάγει τον μαθητή σε μιαν ιστορική εποχή από ένα γεγονός που ουσιαστικά επήλθε ως συνέπεια ενός άλλου. Το άλλο (η Γαλλική Επανάσταση) έρχεται εκ των πραγμάτων σε δεύτερη μοίρα. Η αντίδραση εδώ προηγείται της δράσης.
Η «παλινόρθωση», αναφέρει το βιβλίο, αποσκοπούσε στο «να αναχαιτιστούν οι δυνάμεις της ανατροπής που είχε εκθρέψει η Γαλλική Επανάσταση» (σελ. 11).
Όμως, οι δυνάμεις αυτές έκαναν την επανάσταση και δεν τις εξέθρεψε η επανάσταση. Όσο για το ποιες ήταν αυτές οι δυνάμεις, δε θα το μάθουμε ποτέ. Ούτε θα μάθουμε τι ήταν η Γαλλική Επανάσταση στην ουσία της. Για το ποια ήταν η ηγετική, η κινητήρια δύναμή της: Η ανερχόμενη αστική τάξη (που της προσέδωσε και το συγκεκριμένο περιεχόμενο - χαρακτήρα). Το πώς, το γιατί έφτασε να διεκδικεί την εξουσία και από ποιον (ανάπτυξη του καπιταλισμού, του καινούριου, πάλη και ρήξη με το φεουδαρχισμό, του παλιού, που αποτελούσε πια τροχοπέδη στην παραπέρα ανάπτυξή του).
Οι κοινωνικές τάξεις εξαλείφονται, ταξική πάλη δεν υπάρχει, η κοινωνικοταξική βάση της ιστορικής εξέλιξης πάει περίπατο. Πώς εξηγούνται, λοιπόν, οι συγκρούσεις της εποχής; Ως «διαμάχη» μεταξύ «προοδευτισμού» και «συντηρητισμού». Πρόκειται, δηλαδή, για μια πάλη ιδεών! Οι ιδέες αυτές δεν αντιστοιχούν σε κοινωνικές δυνάμεις, εμφανίζονται ως έχουσες ρίζες αυθύπαρκτες, ως προϊόν παρθενογένεσης!
Παρομοίως, η έννοια του «έθνους» απογυμνώνεται από τους υλικούς όρους μέσα από τους οποίους συγκροτήθηκε ως ιστορική κατηγορία. «Αν στη Δυτική Ευρώπη», αναφέρεται στη σελίδα 11, «η γλώσσα και εν μέρει το θρήσκευμα αποτέλεσαν τα κυριότερα στοιχεία στον σχηματισμό των εθνών, στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη τα στοιχεία αυτά δεν προσφέρονταν για ανάλογη εθνογενετική διαδικασία». Γιατί «δεν προσφέρονταν»; Δεν υπήρχε διάκριση γλωσσών και θρησκειών; Βεβαίως υπήρχε. Και τότε πώς μπορούμε να εξηγήσουμε την Επανάσταση του 1821 (εκτός και αν θεωρήσουμε ότι η Ελλάδα ανήκει γεωγραφικά στη Δυτική Ευρώπη); Το στοιχείο που καθόρισε τη διαμόρφωση των αστικών - εθνικών κινημάτων και των αστικών εθνών - κρατών ήταν η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Η εθνική αφύπνιση που συντελέστηκε την περίοδο κατάλυσης του φεουδαρχισμού από την ανερχόμενη αστική τάξη είχε και ανάλογο περιεχόμενο. Ο εθνικισμός προστέθηκε στο ιδεολογικό οπλοστάσιο της νεαρής αστικής τάξης, στην πάλη της για συγκρότηση δικού της, αστικού έθνους - κράτους. Στο βιβλίο, ο «εθνικισμός» και ο «φιλελευθερισμός» παρουσιάζονται ως δύο «συγγενή», αλλά διακριτά «κινήματα».
Η διάβρωση, όμως, των συνειδήσεων δεν εξαντλείται μόνο σε αυτά. Ανάμεσα στα ιστορικά «διδάγματα» που οι συγγραφείς του βιβλίου, με το βλέμμα στραμμένο στο σήμερα, προσπαθούν να περάσουν στους μαθητές είναι και τα εξής:
Η αντίδραση των «εστεμμένων αρχόντων της Ευρώπης» στα αστικά - εθνικά κινήματα της εποχής φέρεται ως απόρροια της πεποίθησης των πρώτων «ότι οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες της γηραιάς ηπείρου εξυπηρετούσαν - καλύτερα από τα εθνικά κράτη - την ειρήνη»! Δεν απειλούνταν η εξουσία τους! Η καταστολή των κινημάτων αυτών σε μια σειρά χώρες έγινε με φιλειρηνικά κίνητρα! Λίγο - πολύ, όπως ο ιμπεριαλισμός επεμβαίνει σήμερα «ανθρωπιστικά» απανταχού της Γης, για τη διατήρηση της ...ειρήνης!
Στη συνέχεια μαθαίνουμε πως ο Μέτερνιχ («κυρίαρχη προσωπικότητα» της Ιεράς Συμμαχίας) «αν και Αυστριακός στην καταγωγή, πίστευε πως ήταν πρώτα από όλα Ευρωπαίος και πως την ιδέα της Ευρώπης στήριζε και προωθούσε». Επομένως, υπήρξε πολέμιος «των εθνικών κινημάτων και των εθνικών κρατών», εφόσον αυτά «υπονόμευαν το όραμα της ευρωπαϊκής ενότητας»! Στον ίδιο τόνο και ο τσάρος Αλέξανδρος ο Α', ο οποίος «είχε ενθουσιαστεί με την ιδέα μιας χριστιανικής ένωσης της Ευρώπης». Αυτές οι θέσεις τους εξέφραζαν τα ταξικά και κρατικά συμφέροντά τους για το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, ενώ οι συγγραφείς του βιβλίου τις χρησιμοποιούν για να προπαγανδίζουν και να εκθειάζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό στο βιβλίο επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά με κάθε δυνατό τρόπο.
Ενότητα 3: Η Επανάσταση του 1821
Η εισαγωγή στην Επανάσταση του 1821 γίνεται επίσης μακριά και έξω από τα γενεσιουργά της αίτια. Λείπει η οποιαδήποτε αναφορά στις κοινωνικοϊστορικές διεργασίες που οδήγησαν στην άνοδο της ελληνικής αστικής τάξης, στην εθνική αφύπνιση, η οποία συντελέστηκε πρώτα και κύρια στις γραμμές της, στην επαναστατική ψυχολογία και το ιδεολογικοπολιτικό πρόγραμμα που άντλησε από τη Γαλλική (αστική) Επανάσταση κ.ο.κ., διαμορφώνοντας έτσι σε μια πορεία το αίτημα για συγκρότηση ενός ανεξάρτητου αστικού έθνους - κράτους.
Τουναντίον, η Επανάσταση του 1821 εμφανίζεται ως «προϊόν εθνικού κινήματος, το οποίο αναπτύχθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και τις πρώτες του 19ου, αν και οι καταβολές του ανάγονταν σε προγενέστερες εποχές» (σελ. 16). Από ποιον, πώς και γιατί αναπτύχθηκε αυτό το «εθνικό» κίνημα, ποια υπήρξε η ηγέτιδα κοινωνική δύναμη πίσω από αυτό, δεν αναφέρεται πουθενά. Αφήνεται να εννοηθεί ότι σύμπαν το «έθνος», όλοι οι Έλληνες γενικά, ξεσηκώθηκαν το 1821 «ύστερα από πολλούς αιώνες υποταγής», προκειμένου να εξασφαλίσουν «ανεξάρτητη εθνική εστία» (αίτημα που εμφανίζεται ότι προϋπήρχε ανέκαθεν και όχι ως προϊόν μιας συγκεκριμένης εποχής).
Βεβαίως, εν συνεχεία, προστίθεται πως «το ελληνικό εθνικό κίνημα ήταν πολιτικό κίνημα» (όχι κοινωνικό), υπό την έννοια ότι, πέρα από την απελευθέρωση, αποσκοπούσε και «στη σύσταση αντιπροσωπευτικής και ευνομούμενης πολιτείας» (σελ. 16). Ένα κράτος, δηλαδή, «νεωτερικό» (κατά την προσφιλή ορολογία του αστικού κοσμοπολιτισμού), όχι αστικό. Η ουσία όμως δεν έγκειται στο αν το νέο κράτος θα είχε εκλογές ή ευνομία, αλλά στο ποια τάξη θα είχε την εξουσία και - κατά συνέπεια - τι χαρακτήρα θα είχε το νέο κράτος. Όλοι οι επαναστατικοί θεσμοί, τα Συντάγματα και οι δομές εξουσίας καταμαρτυρούν ακριβώς τον αστικό χαρακτήρα του υπό σύσταση κράτους. Όμως γι' αυτά δε γίνεται λόγος.
Στα «κυριότερα συστατικά στοιχεία του ελληνικού εθνικού κινήματος» που παρατίθενται στην ίδια σελίδα περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων: Η σύνδεση με την αρχαιότητα, η «ταύτιση των Ελλήνων με τους άλλους Ευρωπαίους» (να την πάλι η ευρω-λαγνεία!), η «καταγγελία της τουρκικής κυριαρχίας ως παράνομης» και το «δικαίωμα των Ελλήνων ...να συστήσουν ανεξάρτητη και ευνομούμενη πολιτεία (το κύριο πάντοτε είναι η ...υπακοή στους νόμους!)». Η επίκληση στη «νομιμότητα» της Επανάστασης του 1821 επανέρχεται ξανά και ξανά.
Στη σελίδα 25, για παράδειγμα, αναφέρεται πως «η ελληνική επανάσταση αποσκοπούσε στην αποκατάσταση της νομιμότητας» μιας και διεξήχθη «εναντίον παράνομου ηγεμόνα». Πως οι «Έλληνες είχαν υποδουλωθεί διά της βίας, αλλά δεν είχαν συνομολογήσει συνθήκη ειρήνης με τον Οθωμανό ηγεμόνα και κυρίαρχο, ότι δεν ήταν "αποστάτες", επειδή δεν είχαν υποταχθεί σε νόμιμη εξουσία, και ότι η Ελλάδα δεν αποτελούσε νόμιμο τμήμα της οθωμανικής επικράτειας». Γι' αυτά, δήθεν, προσπαθούσαν να πείσουν οι επαναστατημένοι Έλληνες και τις «Μεγάλες Δυνάμεις»!
Εκτός του ότι τα τμήματα των ελληνόφωνων χριστιανών (Εκκλησία, Φαναριώτες, κοτζαμπάσηδες) είχαν υλικό συμφέρον, εξουσία και αρμοδιότητες στα πλαίσια αυτής της δήθεν παράνομης εξουσίας (της οθωμανικής), μπορεί να τίθεται θέμα για το αν μια επανάσταση είναι «νόμιμη» ή «παράνομη»; Όλες οι επαναστάσεις είναι νόμιμες . Η νομιμότητά τους στηρίζεται στο δίκιο της κάθε φορά ανερχόμενης τάξης να πάει μπροστά τον κόσμο, να ανατρέψει την ξεπερασμένη ιστορικά νομιμότητα της τάξης που φεύγει (ή πρέπει να φύγει) από το προσκήνιο της Ιστορίας.
«Την Επανάσταση του 1821», λοιπόν, «την προκάλεσε η Φιλική Εταιρεία» (σελ. 16). Την οργάνωσε, ναι. Την προκάλεσε, όχι. Οι επαναστάσεις «προκαλούνται» ως το αποτέλεσμα αντικειμενικών παραγόντων, των κοινωνικοοικονομικών αντιθέσεων που ωριμάζουν στο βαθμό ρήξης. Ο υποκειμενικός παράγοντας οργανώνει και καθοδηγεί την επανάσταση. Αλλά και από τον τελευταίο, λείπει - όπως και στο υπόλοιπο βιβλίο - η κοινωνική δύναμη, η αστική τάξη που στελέχωσε και έδωσε το πολιτικό στίγμα της Φιλικής Εταιρείας.
Αμέσως μετά πληροφορούμαστε πως όλη αυτή η βία θα μπορούσε και να αποφευχθεί: «Η αγριότητα με την οποία αντέδρασε (ο Σουλτάνος) ...στην πρόκληση των Ελλήνων (εννοεί την Επανάσταση!) απέτρεψε το ενδεχόμενο μεσολάβησης μεταξύ των δύο μερών, κατέστησε τους Έλληνες εμπόλεμους (!) και, εν μέρει, έκρινε και την έκβαση της επανάστασης» (σελ. 17). Θα μπορούσε, δηλαδή, να αποφευχθεί η αιματοχυσία με συνεννόηση, με διάλογο; Να επιτευχθούν οι σκοποί της επανάστασης δίχως επαναστατική βία; Αγώνας ανεξαρτησίας χωρίς αγώνα;
Η στάση των λεγόμενων «Μεγάλων Δυνάμεων» απέναντι στην Επανάσταση εμφανίζεται χονδροκομμένα, με ασάφειες που δεν επιτρέπουν στον μαθητή να εντοπίσει τα πραγματικά τους κίνητρα, τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς που υπήρχαν μεταξύ τους και που σε μεγάλο βαθμό καθόρισαν την πολιτική τους απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία γενικά και το ελληνικό ζήτημα ειδικότερα. Απεναντίας, γίνεται αναφορά στη «συμπάθεια του χριστιανικού κόσμου», στην παραδοχή εκ μέρους των «Μεγάλων Δυνάμεων» ότι «Έλληνες και Τούρκοι δεν ήταν εύκολο να συμβιώσουν στο εξής», στην προσπάθεια των επαναστατημένων Ελλήνων να τους πείσουν για τη «νομιμότητα» της Επανάστασης και στο «κίνημα του φιλελληνισμού» (σελ. 25). Ταυτόχρονα με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να περάσουν και τη λογική ότι η επανάσταση του 1821 είχε θρησκευτικό χαρακτήρα, ενώ δεν είχε καθόλου τέτοιο χαρακτήρα. Ηταν επανάσταση αστική.
Το τελευταίο, μάλιστα, γίνεται πάτημα για την προβολή - για μια ακόμη φορά - του «ευρωενωσιακού οράματος»: «Σύντομα το ελληνικό ζήτημα έγινε υπόθεση της Ευρώπης και γενικότερα της ανθρωπότητας ...πίσω απ' όλα τα αίτια που τους κινούν (τους φιλέλληνες) ακούεται σαν μέσα από το νεφέλωμα η φωνή, η κραυγή της Ευρώπης, η νεογεννώμενη ιδέα της ευρωπαϊκής κοινότητας, ενότητας και αλληλεγγύης, που γίνεται πια πραγματικότητα στη σύγχρονη εποχή. Άλλωστε, ξεκάθαρα διατυπώνει τη σκέψη του αυτή ο Gorres ότι η Ευρώπη είναι υποχρεωμένη να βοηθήσει τους Έλληνες και αυτό ανταποκρίνεται σε μια αλληλεγγύη που υπάρχει μεταξύ των μελών της "ευρωπαϊκής φυλής"» (σελ. 25-26)!
Όσον αφορά τις κοινωνικές δυνάμεις που έλαβαν μέρος στην Επανάσταση, η εικόνα είναι από συγκεχυμένη έως πλήρως διαστρεβλωμένη. Καταρχάς, όπως διαπιστώσαμε ήδη, καμιά αναφορά δε γίνεται στην ηγέτιδα - κινητήρια δύναμη της Επανάστασης, την αστική τάξη, που της προσέδωσε και το ανάλογο κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο. Ούτε στις πλατιές μάζες της αγροτιάς ή στη μικρή ακόμα αριθμητικά εργατική τάξη (ναύτες, τεχνίτες, κ.ά.), που επάνδρωσαν με ηρωισμό και αυτοθυσία τις γραμμές επαναστατημένων μαζών. Για τις δε κοινωνικές δυνάμεις που συναντάμε στο βιβλίο (πρόκριτοι, καπεταναίοι, ιεράρχες, στρατιωτικοί, διανοούμενοι της διασποράς, Φιλικοί), λείπει η αναφορά στο ταξικό. Σε ποια τάξη ανήκαν; Ποια η θέση, ο ρόλος τους στο οθωμανικό σύστημα εξουσίας; Και, αντίστοιχα, ποια η στάση και ο ρόλος τους στην Επανάσταση; Ποιες οι αντιθέσεις, οι αμφιταλαντεύσεις που σχηματίστηκαν στις γραμμές τους και γιατί;
Αντ' αυτού, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν αυθαίρετο διαχωρισμό μεταξύ δήθεν των «φιλελεύθερων διανοούμενων και πολλών στελεχών της Φιλικής Εταιρείας» που «πρόβαλλαν τις φιλελεύθερες αρχές» από τη μια και των «προκρίτων, ιεραρχών και των καπετάνιων» που «εξέφραζαν συντηρητικές απόψεις» από την άλλη (σελ. 25).
Ωστόσο δεν απαντούν στα ερωτήματα: Πώς οι καπεταναίοι, δηλαδή το εφοπλιστικό κεφάλαιο, έφτασαν να συγκαταλέγονται μαζί με τους ιεράρχες ως φορείς «συντηρητικών απόψεων»; Πώς εξηγούνται οι ιεράρχες (κυρίως του κατώτερου, αλλά και του μεσαίου κλήρου), που εντάχθηκαν στη Φιλική και συντάχθηκαν με την αστική τάξη στην οργάνωση και διεξαγωγή της Επανάστασης; `Η οι πρόκριτοι, στις γραμμές των οποίων υπήρξαν επίσης σημαντικές διαφοροποιήσεις (πολλοί υπήρξαν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και συμμάχησαν με τους εμπόρους και τους εφοπλιστές κατά τις διεξαχθείσες ενδοαστικές - «εμφύλιες» - συγκρούσεις);
Αργότερα (σελ. 30), οι αντιθέσεις στις γραμμές των επαναστατών εμφανίζονται ως διαμάχη μεταξύ του Υψηλάντη, των Φιλικών και των στρατιωτικών από τη μια και των προκρίτων από την άλλη (εδώ το εφοπλιστικό κεφάλαιο εξαφανίζεται εντελώς). Μάλιστα, οι πρώτοι χαρακτηρίζονται «ολιγαρχικοί» (γιατί υποστήριζαν την έμμεση εκλογή αντιπροσώπων), ενώ οι δεύτεροι «δημοκρατικοί» (γιατί υποστήριζαν την άμεση εκλογή τους από το λαό)! Κάπου εκεί υπεισέρχονται και κάποιοι «νεήλυδες», οι οποίοι, από τα συμφραζόμενα και μόνο (αναφορά στη συμμετοχή τους στη σύνταξη των φιλελεύθερων συνταγμάτων, κ.λπ.), συμπεραίνουμε ότι πρόκειται για τους Φαναριώτες και Φιλικούς Α. Μαυροκορδάτο, Θ. Νέγρη, κ.ά. εκπροσώπους της αστικής τάξης και διανόησης που έφτασαν στο Μοριά και τη Ρούμελη με την έκρηξη της Επανάστασης (και εδώ εμφανίζονται ως Έλληνες της διασποράς που ήρθαν σχεδόν ως έποικοι). Πρόκειται για μια πλήρως παραποιημένη εικόνα των ενδοαστικών συγκρούσεων που έλαβαν χώρα στην πορεία της Επανάστασης.
Για να συμπληρωθεί η γενικότερη σύγχυση, οι συγγραφείς του βιβλίου, στη σελίδα 31 (2 σελίδες πριν ολοκληρωθεί η σχετική ενότητα), ρίχνουν «σφήνα» μιαν ετεροχρονισμένη αναφορά στον Ρήγα Φεραίο και στο πώς «δεν αποσκοπούσε στην ίδρυση "Βαλκανικής Ομοσπονδίας" όλων των λαών της περιοχής, όπως εσφαλμένα υποστηρίζεται από ορισμένους». Μεταξύ αυτών των «εσφαλμένων» να υποθέσουμε πως συγκαταλέγεται και ο ίδιος ο Ρήγας, μιας και στα έργα του «Θούριος» και «Νέα Πολιτική Διοίκησις» δε θα μπορούσε να ήταν πιο σαφής!
Στο κλείσιμο πληροφορούμαστε πως «το πολίτευμα των Ελλήνων διαμόρφωσαν εν τέλει οι "φυσικοί ηγέτες" (!) του τόπου, οι πρόκριτοι, οι αρχιερείς και οι καπεταναίοι, με τη συνδρομή των "προκομμένων" του έθνους, των λογίων. Αυτοί ήταν τότε οι "πολιτικώς ενήλικες" (!) και αυτοί ήλεγχαν την επαναστατική εξουσία, αυτοί στήριξαν την επανάσταση, χωρίς δε τη στήριξή τους μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο ότι η επανάσταση θα είχε καταρρεύσει. Ήταν το "παλαιόν σύστημα" των προεστών και των αρχιερέων...» (σελ. 32). Οι λαϊκές τάξεις που πήραν τα όπλα, προφανώς, δε συνέδραμαν και πολλά, δεν αποτελούσαν «φυσικούς ηγέτες του τόπου», ούτε ήταν «πολιτικώς ενήλικες». Ηταν, όμως, το «παλαιόν σύστημα των προεστών και των αρχιερέων» που επικράτησε στα πλαίσια του επαναστατημένου κράτους; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Πρόκειται για πλήρη ιστορική διαστρέβλωση. Τουναντίον, η αστική τάξη σάρωσε το παλιό και σε επίπεδο επαναστατικών θεσμών και με ένοπλη βία.
Στο τέλος, δε, του κεφαλαίου (σελ. 33), οι μαθητές καλούνται να τοποθετηθούν για τα λεγόμενα «δάνεια της Ανεξαρτησίας» από την Αγγλία, τονίζοντας - προκαταβολικά - πως «παρά τους επαχθείς όρους ...η σύναψή τους θεωρείται μεγάλη επιτυχία για τους Έλληνες»!
Εν κατακλείδι ...στο σήμερα
Οι λαθροχειρίες και οι διαστρεβλώσεις του βιβλίου Ιστορίας της Γ` Λυκείου έχουν σαφές ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο και στοχεύουν ξεκάθαρα στις συνειδήσεις των μαθητών - και μελλοντικών εργαζομένων - στο σήμερα.
Οι κοινωνικές δυνάμεις εξοβελίζονται από το ιστορικό προσκήνιο. Η ταξική πάλη διαγράφεται από κινητήρια δύναμη της κοινωνικοϊστορικής εξέλιξης. Έτσι, αυτό που μένει είναι η λογική ότι τις επαναστάσεις δεν τις πραγματοποιεί ο λαϊκός παράγοντας (με ηγέτιδα κάθε φορά μια κοινωνική δύναμη - τότε ήταν η αστική τάξη, σήμερα η εργατική), αλλά οι ηγέτες, τα πρόσωπα και οι ιδέες (ξεκομμένα και αυτά από την υλική βάση μέσα από την οποία αναδείχθηκαν). Οτι η ρήξη με το παλιό δεν επέρχεται αντικειμενικά, ως αποτέλεσμα της ωρίμανσης των δοσμένων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών και της δράσης του υποκειμενικού παράγοντα. Επομένως, σήμερα, που ο καπιταλισμός έχει σαπίσει και οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό έχουν ωριμάσει, που η αστική τάξη έχει καταλάβει τον τότε ρόλο της φεουδαρχίας και τη θέση της ως ηγέτιδα δύναμη της κοινωνικής προόδου έχει πλέον η εργατική, δεν μπορεί να τίθεται θέμα επαναστατικής ρήξης!...
Η όποια αντίδραση, σύμφωνα με τους συγγραφείς του βιβλίου, ακόμη και μια επανάσταση, πρέπει να είναι «νόμιμη». Οι διαφορές, οι αντιθέσεις μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, μεταξύ αδικούντων και αδικούμενων, πρέπει να λύνονται με διαβούλευση, με συναίνεση. Οχι με βία. «Σύνεση» λοιπόν και «νομιμότητα», δηλαδή υποταγή στον ιμπεριαλισμό...
* Πρόκειται για την «Ιστορία του νεότερου και του σύγχρονου κόσμου (από το 1815 έως σήμερα)» της Γ` τάξης Γενικού Λυκείου και Δ` τάξης Εσπερινού Λυκείου Γενικής Παιδείας.

Του
Αναστάση ΓΚΙΚΑ
Δρ. Πολιτικών Επιστημών,συνεργάτη του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
 

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

Εκ μητρωγονίας πρόσφυγες

Οι πρόσφυγες είναι πρόσφυγες είτε εκ πατρογονίας είτε εκ μητρογονίας.
Όπως και η λέξη πρόσφυγας έχει μια συγκεκριμένη έννοια. Νομίζω πως δεν μπορούμε να χαραχτηρίζουμε άτομα που γεννήθηκαν  από πρόσφυγες, χρόνια μετά την προσφυγοποίηση,  ως πρόσφυγες. Μπορούμε να πούμε ότι έχουν προσφυγική καταγωγή.
Οι πρόσφυγες και οι οικογένειες τους είχαν ανάγκη στήριξης και αποκατάστασης της φερεγγυότητας τους. Πλήρωσαν το κόστος της τούρκικης εισβολής, τι στιγμή που κάποιοι πλούτισαν εξ αιτίας της κατοχής της μισής Κύπρου και της προσφυγοποίησης ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Έπρεπε οι πρόσφυγες να αποκατασταθούν αφού βρέθηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη να μην έχουν τίποτε. Αλλιώς θα ήταν η ζωή τους αν ήταν στις κοινότητες και τις περιουσίες τους.

Αντιλαμβάνομαι ότι αυτοί που έκαναν των διαχωρισμό σε εκ πατρογονίας και εκ μητρωγονίας πρόσφυγες, το έκαναν για να τραβήξουν κάπου μια γραμμή, ώστε να μη φτάσουμε στο σημείο σχεδόν όλοι οι κάτοικοι της Κύπρου  να θεωρουνται πρόσφυγες, με τις ανάλογες συνέπειες οικονομικές και άλλες, όπως και η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας μας στο εξωτερικό.
Άποψη μου είναι πως ο διαχωρισμός αυτός είναι άδικος, και αν υπάρχουν ευθύνες τις έχουν αυτοί που εφάρμοσαν αυτό τον διακανονισμό.
Αυτό που νομίζω έπρεπε να γίνει, και ας γίνει τώρα, είναι να θεωρούνται πρόσφυγες μέχρι και τα παιδιά ή και τα εγγόνια των προσφύγων, ανεξάρτητα αν είναι  εκ πατρογονίας ή εκ μητρωγονίας. Από το σημείο αυτό και μετά να βοηθούνται και να στηρίζονται όσοι πολίτες της Κυπριακής δημοκρατίας έχουν ανάγκη.
Κατανοώ ότι ο κόσμος έχει πολλές προσδοκίες από την κυβέρνηση του Δ. Χριστόφια. Δικαιολογημένο το αίτημα των εκ μητρωγονίας προσφύγων, νομίζω όμως τόσο μένος κατά αυτής της κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ λες και το πρόβλημα δημιουργήθηκε τώρα δεν δικαιολογείται. Δεν είναι εύκολο πράγμα μέσα σε τρία χρόνια αυτή η κυβέρνηση να λύση όλα τα διαχρονικά προβλήματα του κράτους.
Δηλαδή αν αποδυναμωθεί η κυβέρνηση που τόλμησε και έκανε τομές στην κυπριακή κοινωνία λύνοντας προβλήματα που υπάρχουν από την ίδρυση του κράτους, (δημόσιες συγκοινωνίες, υδατικό, εκπαιδευτική μεταρύθμησηκ.α.) και το κόμμα που την στηρίζει , θα λυθούν τα προβλήματα; Θα είμαστε καλύτερα;
Γιατί δεν κρίνονται αυτοί που αρνήθηκαν τη φορολόγηση των μεγάλων εταιριών και των μεγαλοϊδιοκτητών γης, ώστε να έχει το κράτος έσοδα για να μπορεί να τα επιστρέφει εκεί που υπάρχει ανάγκη;
Αν με τη στάση μας βοηθήσουμε τις δυνάμεις εκείνες που στηρίζουν το μεγάλο κεφάλαιο, να έχουν άνοδο, ο απλός άνθρωπος τι θα ωφεληθεί;

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Οι σωτήρες

Ένα πράγμα που μ’ ενοχλεί είναι όταν ακούω τους ΔΗΚΟΪκους να παρουσιάζονται ως οι μόνοι αγωνιστές, οι μόνοι υπερασπιστές της δημοκρατίας, οι μόνοι που θέλουν σωστή λύση στο κυπριακό και οι μόνοι που μπορούν να μας συμβουλεύουν να μη παραστρατήσουμε και είναι οι μόνοι που μπορούν να μας υποδεικνύουν τον αγωνιστικό τρόπο για να φτάσουμε στη λύση του κυπριακού.
Μιλούν για πατριωτισμό αυτοί που ανέβασαν τον συναγερμό στην εξουσία, το κόμμα που πολιτικοποίησε και στέγασε τους πραξικοπηματίες, το κόμμα που εξάγνισε το πραξικόπημα, που αθώοσε τους 62 μόνο καταδικασθέντες; για το πραξικόπημα. Ανέβασαν στην εξουσία το κόμμα που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Η δικαιολογία πως ο Κληρίδης θα έφερνε τους s300 δεν στέκει διότι μόνο πολιτικά αφελείς μπορούσε να πιστεύουν ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο.
Μήπως και οι θέσεις τους στο κυπριακό (Δησυ και ΔΗΚΟ) συμπίπτουν; Ο Συναγερμός, η μια τάση φτάνει στο σημείο να λέει πως θέλει χαλαρή ομοσπονδία, ας μην κοροϊδευόμαστε αυτό σημαίνει συνομοσπονδία, και η άλλη τάση που είναι αντιομοσπονδιακή, έρχονται να συναντήσουν αυτό που λέει το ΔΗΚΟ Ομοσπονδία με σωστό περιεχόμενο, εννοώντας ούτε λίγο ούτε πολύότι η ελληνική πλευρά πρέπει να έχει το πάνω χέρι να διοικεί και τις 2 περιοχές. Επειδή αυτό  δεν είναι εφικτό οδηγεί στην παγίωση των δεδομένων της εισβολής δηλαδή στη διχοτόμηση και την υπάρξει 2 κρατών στην καλύτερη περίπτωση. Τελικά φτάνουμε στο ίδιο αποτέλεσμα.
Επίσης να θυμίσω πως όταν κυβερνούσαν οι αδιάφθοροι του ΔΗΚΟ για να βοηθήσουν κάποιο να πάρει μια δουλειά ακόμα και βοθροκαθαριστή έπρεπε να έχει ταυτότητα του ΔΗΚΟ.
Δεν γίνεται να λέει το ΔΗΚΟ ότι βρίσκεται στην κυβέρνηση για να βοηθήσει να συμβάλει θετικά και το μόνο που κάνει είναι να μη συμφωνεί με τίποτε, να κάνει πιο σκληρή αντιπολίτευση  από τα υπόλοιπα κόμματα.

Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Εκλογές- αποχή;

Έγιναν αγώνες, άνθρωποι  υποβλήθηκαν σε στερήσεις, φυλακίσεις, έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους, ακόμα σ’ ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, εξακολουθούν ν’ αγωνίζονται, για τη δημοκρατία και το κύριο της συστατικό το δικαίωμα της ψήφου.
Είναι δικαίωμα αλλά και υποχρέωση μας απέναντι στην κοινωνία που ζούμε να επιλέγουμε αυτούς που θα χειρίζονται τις τύχες μας. Διότι αυτοί που νομοθετούν ή διοικούν, ασχολούνται με θέματα τα οποία αφορούν τη ζωή μας.
Αυτοί που για διάφορους λόγους, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, νιώθουν απογοητευμένοι από την πολιτική ζωή, βρίσκουν εύκολη λύση τοποθετώντας τους όλους σ’ ένα καζάνι και λένε όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουν, γιατί να πάω να ψηφίσω αφού όλοι το ίδιο είναι.
Τα πράγματα δεν είναι έτσι απλά. Υπάρχουν οι πολιτικοί και οι πολιτικάντηδες, γνώστες από πολιτική και αυτοί που βρέθηκαν εκεί τυχαία. Υπάρχουν οι φιλόδοξοι, οι συμφεροντολόγοι, όμως υπάρχουν κι’ αυτοί που ενδιαφέρονται για τα κοινά και προσπαθούν για το καλό της κοινωνίας και την πρόοδο της.
Το χρέος μας λοιπόν ποιο είναι; Να επιβραβεύσουμε τους τίμιους και εργατικούς, αυτούς που έχουν τα προσόντα και τα αξιοποιούν και να τιμωρήσουμε αυτούς που μας κοροϊδεύουν, προσπαθούν να εξυπηρετήσουν το προσωπικό τους συμφέρον, να ικανοποιήσουν τη λόξα τους για δημόσιαπροβολή και να δείξουν πως κάποιοι είναι και τους αρέσει να το παίζουν παράγοντες.
Η αποχή τη σημαίνει; Μπορούμε να το ερμηνεύσουμε ο καθένας όπως θέλει. Μπορεί να είναι διαμαρτυρία, μπορεί να είναι έκφραση απογοήτευσης, μπορεί να πούμε πως αυτοί που δεν πήγαν να ψηφίσουν βαρέθηκαν να πάνε στην κάλπη.
Τελικά η αποχή ποιόν βοηθά; Στην ουσία δεν τιμωρούν κανένα, διότι κάποιοι άλλοι θα πάν να ψηφίσουν και θα ψηφίσουν αυτούς που θέλουν, κι έτσι αυτοί που απέχουν θα αφήσουν σε άλλους να κάνουν την επιλογή αυτών που θα χειρίζονται τα θέματα που μας αφορούν, επηρεάζουν τη ζωή μας. Τους δίνουμε το δικαίωμα να αποφασίζουν εκ μέρους μας.
Με την αποχή επιτυγχάνεται το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκεται. Πρέπει λοιπόν να δρούμε θετικά ψηφίζοντας αυτούς που πραγματικά εργάζονται για το καλό της κοινωνίας και του λαού.
Πριν αποφασίσουμε τι θα ψηφίσουμε είναι σημαντικό να ενημερωθούμε σωστά, και όσο γίνεται καλύτερα για τις θέσεις των κομμάτων και το ποιόν των υποψηφίων, των εκφραστών αυτών των θέσεων.
Καλός πολίτης είναι ο ενημερωμένος πολίτης.